Ο «ψυχαναγκασμός» του θηλασμού

Νοέμβριος 14, 2017 | Ηρώ Νούση

Σκέψεις με αφορμή την Ομάδα «Η Τέχνη της Μητρότητας»*


Ορμώμενη από τη συμμετοχή μου στο βιωματικό σεμινάριο «Η τέχνη της μητρότητας» που συντονίζει η ψυχαναλύτρια κα Μιχαλέλη Μερόπη και η προϊσταμένη μαία Δαλιάνη Αικατερίνη, θα επιχειρήσω να απαντήσω στο ερώτημα:  Είναι άραγε καλή μητέρα, μόνο μια μητέρα που θηλάζει πολύ; Και τι «συστατικά» χρειάζονται για μια υγιή ανα-τροφή;

Συζητώντας με μια παιδική μου φίλη για την εμπειρία της μητρότητας και τα συναισθήματα που βίωσε και βιώνει, την προσοχή μου κέρδισε η αναφορά της «στον ψυχαναγκασμό του θηλασμού» ως προβληματική.

Συχνά οι νέοι γονείς έρχονται αντιμέτωποι με μια ψυχοφθόρα παραπληροφόρηση για τα πρέπει και μη της σωστής ανατροφής και κυρίως του θηλασμού. Η θηλάζουσα καλείται να αποφασίσει αν «σωστή» άποψη έχει ο παιδίατρος, η μαία, η μητέρα, οι γονείς ή οι φίλοι και το μόνο που επιτυγχάνεται είναι η δημιουργία ενός κλίματος σύγχυσης. Ο θηλασμός είναι η πρωταρχική επικοινωνιακή δραστηριότητα μεταξύ μιας μητέρας και ενός βρέφους και είναι εύλογο όπως αναφέρει και η M. Friedman, η μητέρα να έχει αμφιβολίες για την ικανότητα της να θρέψει και να ανησυχεί  ότι η ποιότητα του γάλακτος της ενδέχεται να είναι «κακή». 

Η φροντίδα που προσφέρει μια μητέρα, δεν μπορεί να μετρηθεί με ένα αριθμό ωρών που αφιερώνει ή με τα ml γάλατος που δίνει στο παιδί της, αλλά ούτε και να «βαθμολογηθεί». Ωστόσο, ένα ουσιαστικό συστατικό ενός «πετυχημένου» θηλασμού είναι η αρμονία στην διάδραση της δυάδας (μητέρας-βρέφους) που επιτυγχάνεται μέσω του βλέμματος και της σωματικής επαφής – της αγκαλιάς. Η επιθυμητή συνθήκη είναι μητέρα και παιδί, αμοιβαία να προσαρμοστούν ή να συντονιστούν όπως αναφέρει η Μ.Μιχαλέλη και να συν- διαμορφώσουν ένα επιτυχημένο φροντιστικό ζευγάρι. Μια μητέρα μπορεί να θηλάσει όσο καιρό μπορεί και για όσο καιρό νοιώθει άνετα να το κάνει το πρώτο εξάμηνο. Δεν έχει νόημα να εμμένει στην «ορθοτροφία» και να προσκολλάται  σε ψυχαναγκασμούς.  

Ο Winnicott  επισημαίνει: Το παιδί δεν θέλει τόσο να λάβει την κατάλληλη τροφή την κατάλληλη στιγμή όσο να τραφεί από κάποιον στον οποίο αρέσει να το κάνει. Το παιδί θεωρεί δεδομένα κάποια πράγματα, όπως τα απαλά ρούχα ή την κατάλληλη θερμοκρασία του νερού στο μπάνιο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο είναι η ευχαρίστηση της μητέρας του όταν το ντύνει και το κάνει μπάνιο. Αν η μητέρα αντλεί ευχαρίστηση από  όλες  αυτές τις φροντίδες που παρέχει στο μωρό της , είναι σαν να λάμπει ο ήλιος για το παιδί. Αν δεν υπάρχει ευχαρίστηση από την πλευρά της μητέρας, η όλη διαδικασία στερείται  ζωντάνια, είναι άχρηστη και μηχανική.

“Το παιδί δεν θέλει τόσο να λάβει την κατάλληλη τροφή την κατάλληλη στιγμή όσο να τραφεί από κάποιον στον οποίο αρέσει να το κάνει”

–Winnicott W.

Πολύ όμορφα ο M.Recalcati σημειώνει ότι «η παρουσία χωρίς λόγο και χωρίς επιθυμία μπορεί να είναι πιο βλαβερή από μια απουσία η οποία πιθανώς ξέρει επίσης να χαρίζει (λίγα) σωστά λόγια». Τονίζει επίσης ότι η μητρότητα είναι ένα άνοιγμα στον Άλλον. Μέσω του βλέμματος της μητέρας θα επιτευχθεί ή όχι, το άνοιγμα στον κόσμο. Αν το βρέφος που θηλάζει δεν διακρίνει το μητρικό βλέμμα να στρέφεται προς αυτό, αλλά το αντιλαμβάνεται άκαμπτο, ανέκφραστο, παγωμένο και απόν, τότε ο κόσμος παραμένει κλειστός, αδιαπέραστος και απόμακρος (Winnicott). 

Τα βρέφη έρχονται στη ζωή «ανήμπορα», με ένα «αίσθημα απόλυτης εγκατάλειψης»,  είναι  «ανεπαρκή», «τρωτά» και οι φροντίδες καθώς και η παρουσία του Άλλου είναι εκείνα που θα τους κάνουν να αισθανθούν ασφαλείς. 

Σημαντικό είναι να μην αγνοούμε την ενεργή συμμετοχή ασυνείδητων διεργασιών, στην οικοδόμηση αυτής της σχέσης. Το βρέφος τροφοδοτείται από το σώμα της μητέρας όχι μόνο με γάλα (μητρικό ή τεχνητό υποκατάστατο) αλλά και με ένα άλλο είδος «τροφής»: τις δικές της σκέψεις, τα συναισθήματα και τις φαντασιώσεις της. Μέσα από το δικό της αφήγημα η μητέρα, θα βοηθήσει το βρέφος να μπορέσει σιγά-σιγά να συντάξει το δικό του αφήγημα για τον κόσμο. 

“Μέσα από το δικό της αφήγημα η μητέρα, θα βοηθήσει το βρέφος να μπορέσει σιγά-σιγά να συντάξει το δικό του αφήγημα για τον κόσμο.” 

Ακόμη, ενδιαφέρον έχει να κατανοήσουμε τη μητέρα όπως ο Bion προτείνει, δηλαδή ως ένα  περιέχον (container) των συναισθημάτων που το παιδί προβάλλει. Η μητέρα «μεταβολίζει» μέσω του στήθους που τρέφει, τα συναισθήματα πόνου, φθόνου, μίσους και το άγχος θανάτου, επιστρέφοντας του τα πίσω ως καλά συναισθήματα. Αυτά τα μεταβολισμένα συναισθήματα είναι που το «συν-κρατούν» και του δημιουργούν την αίσθηση ότι το καταλαβαίνουν. Έτσι το βρέφος νοηματοδοτεί τις εμπειρίες του και κατορθώνει να ενδοβάλει, δηλαδή να «φέρει» μέσα του μια μητέρα που είναι ικανή να  καθησυχάσει το άγχος του.

Συνοψίζοντας, η απάντηση στο αρχικό ερώτημα είναι πως τα χαρακτηριστικά της καλής μητρικής λειτουργίας δεν είναι η ποσότητα και η διάρκεια του θηλασμού. Το μητρικό γάλα είναι ανεκτίμητης αξίας, αλλά η παράταση του θηλασμού μετά τον 6ο μήνα δεν ωφελεί και δεν είναι αυτό που καθιστά τη μητρότητα πετυχημένη. Διαθέσιμη και «καλή» μητέρα δεν είναι εκείνη που κάνει ό,τι της ζητήσει το βρέφος. Η απάντηση στο κλάμα ενός βρέφους δεν θα πρέπει να είναι αποκλειστικά η προσφορά  του στήθους. 

Η ανάπτυξη ενός «διαλόγου» μέσω του σώματος της μάνας με το σώμα του παιδιού (μέσω της τροφής, του ύπνου, των ούρων, των δερματικών που μπορεί να εμφανίσει),  κάνει την μητέρα  να κατανοήσει τις πραγματικές του ανάγκες. Οι γονείς λοιπόν καλούνται να είναι διαθέσιμοι να μην εμποδίζουν τον «διάλογο» αυτόν με τους δικούς τους «ψυχαναγκασμούς» και τα ωράρια.

Μην ξεχνάμε πως καθώς το βρέφος αναπτύσσεται, διαφοροποιούνται και οι ανάγκες του. Ποιο το όφελος λοιπόν να παρατείνεται ο θηλασμός όταν το παιδί αρχίζει να μπουσουλάει – περπατάει, δηλαδή επιλέγει να απομακρυνθεί από την τροφό; Χρειάζεται σεβασμός και πίστη στο παιδί καθώς και χώρος για να αναπτυχθεί και να προετοιμαστεί να αντέχει σταδιακά τις ματαιώσεις, τις αναβολές και τις απογοητεύσεις της ζωής.  

Κλείνοντας κρατάω τα λόγια της κας Μιχαλέλη ότι «κανείς  δεν μπορεί να μας εγγυηθεί  πώς θα εξελιχθεί ένα παιδί. Σημαντική προϋπόθεση  «είναι να αντέχει ο γονέας να μην ξέρει» καθώς και να «αντέχει ότι μπορεί να κάνει και λάθος». Ας μην ξεχνάμε ότι η μητρότητα (αλλά και η πατρότητα) είναι μια εμπειρία προσμονής,  υπομονής και έκπληξης μπροστά στο άγνωστο που φέρει το παιδί τους. Ας μην παρασυρόμαστε από αγχωτικές κινδυνολογίες και υπερβολική ανησυχία. Η  επιθυμία μας ας μην είναι συνώνυμη της αναζήτησης τελειότητας που συνεπάγεται με συνεχή ματαίωση και ας προσπαθήσουμε να είμαστε όπως αναφέρει ο Winnicott  «good enough mother” (αρκετά καλή μητέρα).

Σημαντική προϋπόθεση «είναι να αντέχει ο γονέας να μην ξέρει» καθώς και να «αντέχει ότι μπορεί να κάνει και λάθος»

*Την ομάδα «Η Τέχνη της Μητρότητας» οργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία για την Ψυχική Υγεία των παιδιών
http://www.waimhgreece.org.gr

Ενδεικτική Βιβλιογραφία


Βίννικοτ, Ν. (2002).  Από την παιδιατρική στην ψυχανάλυση. Εκδόσεις Καστανιώτη.
Bion W. (1962). Learning from Experience, London, Heinemann.
Friedman, M.E. (1996). Mother’s Milk: A Psychoanalyst Looks at Breastfeeding. Psychoanal.St.Child.
Recalcati, M. (2017). Τα χέρια της μητέρας. Επιθυμία, φαντασιώσεις και κληρονομιά της μητέρας. Εκδόσεις Κέλευθος.
Sigmund, F (2017). Μια σύνοψη της ψυχανάλυσης. Εκδόσεις Πλέθρον.
Sigmund, F (2008). Τρεις πραγματείες για τη θεωρία της σεξουαλικότητας. ΕκδόσειςPrinta.
Winnicott, D. W. (1947). Hate in the countertransference, Through Paediatrics to Psychoanalysis, 194-203.
Winnicott, D. W. (1951). Transitional objects and transitional phenomena, Through Paediatrics to Psychoanalysis, 229-242.
Winnicot, D.W. (2000).Το παιδί, το παιχνίδι και η πραγματικότητα, Εκδόσεις Καστανιώτη.
Winnicot D.W., Το παιδί, η οικογένεια και ο εξωτερικός του κόσμος, Καστανιώτη, 2001.
Winnicot, D.W.(2003). Διαδικασίες ωρίμανσης και διευκολυντικό περιβάλλον, Ελληνικά Γράμματα.